Αυτό το καλοκαίρι πήγα ένα ταξίδι, σε δύο γάμους (συνεχόμενους) και παραλίγο να δω ένα φάντασμα-αλλά δεν το είδα (ευτυχώς γιατί έχουμε και μια ηλικία).
Το νησί με τις μαστίχες
Αυτό το καλοκαίρι μπήκε δυσοίωνα όπως μπαίνουν συνήθως τα καλοκαίρια, με ατυχήματα, νεύρα και μεγάλους καυγάδες. Σε μια σπάνια στιγμή ηρεμίας σαββατοκύριακου, έτσι όπως καθόμουν σ'ένα μπαλκόνι δίπλα στη θάλασσα, στον πρωινό ήλιο, είπα να φύγω. Μετά από δέκα μέρες περίπου, βρέθηκα σ' ενα νησί. Είχα χρόνια να πάω σε νησί και μου άρεσε. Είχα σχεδόν ξεχάσει αυτή την αίσθηση του ήλιου που σε καίει ενώ προχωράς με σαγιονάρες και το σακίδιο στον ώμο, σχεδόν τυφλός από το μεσημεριάτικο φως, ψάχνοντας την παραλία. Άλλοι ανατριχιάζουν όταν το σκέφτονται, εμένα μου αρέσει. Είχα σχεδόν ξεχάσει τις πιο αλμυρές, πιο βαθειές και πιο κρύες θάλασσες και τις πιο απότομες ακρογιαλιές, διότι ως γνωστόν σαν τη Χαλκιδική δεν έχει-ευτυχώς, ας υπάρχει και κάτι διαφορετικό. Μακάρι να μπορούσα να πω ότι είχα σχεδόν ξεχάσει και το πως είναι να ξενυχτάς όλο το βράδυ στα μπαρ του νησιού και με την ευκαιρία το ξαναθυμήθηκα, αλλά δυστυχώς εκεί δεν..... Από τις πέντε νύχτες, μόνο μία βγήκαμε (μέχρι τα ξημερώματα όμως!) γιατί όλες τις υπόλοιπες πέφταμε πτώματα από τις 11 λόγω περιπλανήσεων (και ηλικίας). Νομίζω όμως ότι το καλύτερο είναι το φεγγάρι, ποροκαλί και στρογγυλό, να φωτίζει το σκοτάδι ενος σχεδόν σεληνιακού τοπίου ή τους μικρούς σκούρους όγκους των μαστιχόδεντρων, η γραμμή του δρόμου να στριφογυρνάει κι απο τ΄ανοιχτά παράθυρα του αυτοκινήτου ν' ακούς κάτι που αγαπάς (εμείς ακούγαμε το Rising above bedlam και την Αρζεντίνα, κάποιος άλλος μπορεί να βάλει στην τσίτα Έλενα Βέντη-γούστα ειν' αυτά). Όποιοι έμειναν έμαθα ότι συνέχισαν να περνούν καλά και να γνωρίζουν προσωπικότητες των τεχνών και των γραμμάτων του νησιού(περιμένω αυτόγραφο!)
Αυτό το καλοκαίρι μπήκε δυσοίωνα όπως μπαίνουν συνήθως τα καλοκαίρια, με ατυχήματα, νεύρα και μεγάλους καυγάδες. Σε μια σπάνια στιγμή ηρεμίας σαββατοκύριακου, έτσι όπως καθόμουν σ'ένα μπαλκόνι δίπλα στη θάλασσα, στον πρωινό ήλιο, είπα να φύγω. Μετά από δέκα μέρες περίπου, βρέθηκα σ' ενα νησί. Είχα χρόνια να πάω σε νησί και μου άρεσε. Είχα σχεδόν ξεχάσει αυτή την αίσθηση του ήλιου που σε καίει ενώ προχωράς με σαγιονάρες και το σακίδιο στον ώμο, σχεδόν τυφλός από το μεσημεριάτικο φως, ψάχνοντας την παραλία. Άλλοι ανατριχιάζουν όταν το σκέφτονται, εμένα μου αρέσει. Είχα σχεδόν ξεχάσει τις πιο αλμυρές, πιο βαθειές και πιο κρύες θάλασσες και τις πιο απότομες ακρογιαλιές, διότι ως γνωστόν σαν τη Χαλκιδική δεν έχει-ευτυχώς, ας υπάρχει και κάτι διαφορετικό. Μακάρι να μπορούσα να πω ότι είχα σχεδόν ξεχάσει και το πως είναι να ξενυχτάς όλο το βράδυ στα μπαρ του νησιού και με την ευκαιρία το ξαναθυμήθηκα, αλλά δυστυχώς εκεί δεν..... Από τις πέντε νύχτες, μόνο μία βγήκαμε (μέχρι τα ξημερώματα όμως!) γιατί όλες τις υπόλοιπες πέφταμε πτώματα από τις 11 λόγω περιπλανήσεων (και ηλικίας). Νομίζω όμως ότι το καλύτερο είναι το φεγγάρι, ποροκαλί και στρογγυλό, να φωτίζει το σκοτάδι ενος σχεδόν σεληνιακού τοπίου ή τους μικρούς σκούρους όγκους των μαστιχόδεντρων, η γραμμή του δρόμου να στριφογυρνάει κι απο τ΄ανοιχτά παράθυρα του αυτοκινήτου ν' ακούς κάτι που αγαπάς (εμείς ακούγαμε το Rising above bedlam και την Αρζεντίνα, κάποιος άλλος μπορεί να βάλει στην τσίτα Έλενα Βέντη-γούστα ειν' αυτά). Όποιοι έμειναν έμαθα ότι συνέχισαν να περνούν καλά και να γνωρίζουν προσωπικότητες των τεχνών και των γραμμάτων του νησιού(περιμένω αυτόγραφο!)
Αλλαγή κοστουμιών.
Με την επιστροφή παραμονή Δεκαπενταύγουστου,άδειες πόλεις του καλοκαιριού, διασχίζοντας ζεστούς δρόμους, μεγάλοι περίπατοι, βρώμικη θάλασσα, πολύ υγρασία.
Μια συναυλία που δεν πήγα, ένα φάντασμα που δεν είδα.
Φτάνοντας στην Αθήνα, σκέφτηκα να πάω να βγάλω εισιτήριο για τους PULP και να ρωτήσω αν ακόμα υπάρχει λεωφορείο με επιστροφή για την Μαλακάσα. Εικοσι τέσσερις ώρες μετά, τη μέρα της συναυλίας, αποφάσισα να μην πάω. Το γιατί μην το ρωτάτε, ούτε εγώ δεν το ξέρω (αν και μια σατανική φωνή μέσα μου ψιθυρίζει: "μεγάλωσες, κουράστηκες, που να τρέχεις στη Μαλακάσα τώρα;") κι έτσι αδικαιολόγητος γυρνούσα στην Αθήνα με την chris και τον Μ. κι έμενα στο φιλόξενο σπίτι τους. Το πρώτο βράδυ σ'ένα μπαρ, πίνοντας ένα κοκτέηλ που το όνομά του αδυνατώ να θυμηθώ, οΜ. μου είπε ότι είχε δει δυο φορές το πρόσωπο μιας γριάς στο δωμάτιο που κοιμόμουνα. Φοβερό πράγμα η αυθυποβολή, ο ορθολογισμός πάει περίπατο με το που σβήνουν τα φώτα, αλλά το φάντασμα δεν κατάφερα να το δω. Ευχαριστώ πάντως παιδιά, για τις πιο ξεκούραστες μάλλον μέρες των φετινών διακοπών- a todos:)
Με την επιστροφή παραμονή Δεκαπενταύγουστου,άδειες πόλεις του καλοκαιριού, διασχίζοντας ζεστούς δρόμους, μεγάλοι περίπατοι, βρώμικη θάλασσα, πολύ υγρασία.
Μια συναυλία που δεν πήγα, ένα φάντασμα που δεν είδα.
Φτάνοντας στην Αθήνα, σκέφτηκα να πάω να βγάλω εισιτήριο για τους PULP και να ρωτήσω αν ακόμα υπάρχει λεωφορείο με επιστροφή για την Μαλακάσα. Εικοσι τέσσερις ώρες μετά, τη μέρα της συναυλίας, αποφάσισα να μην πάω. Το γιατί μην το ρωτάτε, ούτε εγώ δεν το ξέρω (αν και μια σατανική φωνή μέσα μου ψιθυρίζει: "μεγάλωσες, κουράστηκες, που να τρέχεις στη Μαλακάσα τώρα;") κι έτσι αδικαιολόγητος γυρνούσα στην Αθήνα με την chris και τον Μ. κι έμενα στο φιλόξενο σπίτι τους. Το πρώτο βράδυ σ'ένα μπαρ, πίνοντας ένα κοκτέηλ που το όνομά του αδυνατώ να θυμηθώ, οΜ. μου είπε ότι είχε δει δυο φορές το πρόσωπο μιας γριάς στο δωμάτιο που κοιμόμουνα. Φοβερό πράγμα η αυθυποβολή, ο ορθολογισμός πάει περίπατο με το που σβήνουν τα φώτα, αλλά το φάντασμα δεν κατάφερα να το δω. Ευχαριστώ πάντως παιδιά, για τις πιο ξεκούραστες μάλλον μέρες των φετινών διακοπών- a todos:)
- Ο πίνακας: Ο περίπατος, του Marc Chagall
Πες Jarvis. Μπορεί να μην σε είδα το Σάββατο. Σε είχα δει πριν χρόνια όμως δίπλα στη θάλασσα...κι από τότε δεν μπορώ να σε ξεχάσω. Πάμε όλοι μαζί! She came from Greece she had a thirst for knowledge...
1 σχόλιο:
παρακαλούμε δεν κάνει τίποτε...εγώ του το έχω πει να μην ανοίγει το στόμα του, αλλά δεν με ακούει...το ανοίγει...δυστυχώς...ευτυχώς που ήρθατε σε ένα καλοκαίρι δύσκολο, ένα καλοκαίρι κρίσης γιατί να το κρύψουμε άλλωστε. περνάμε μια δύσκολη ηλικία, μέσα σε μια δύσκολη περίοδο σε μια ανέκαθεν δύσκολη χώρα...το μόνο που με πειράζει είναι που δεν είμαστε μαζί στην ίδια πόλη...τα γεράματα, όπως και την παιδική ηλικία τα αντέχεις πιο εύκολα παρέα με τους φίλους σου...καλά ήρθες ήταν ανάγκη και να φύγεις όμως;
Δημοσίευση σχολίου